dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
μήνας εγκυμοσύνης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Schwangerschaftsmonat
Ⓦ
Ⓖ
…