dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
χαραγματιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Schramme
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
γραμμή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Schramme
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
κοψιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Schramme
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
νυχιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Schramme
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
γρατσουνιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Schramme
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
ξύσιμο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Schramme
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
αμυχή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Schramme
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
χαρακιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Schramme
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
χαραματιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Schramme
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)