dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
οργανισμός διευθέτησης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Schlichtungsstelle
Ⓦ
Ⓖ
…
!
οργανισμός μεσολάβησης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Schlichtungsstelle
Ⓦ
Ⓖ
…