dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
βλεννογόνος μεμβράνη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Schleimhaut
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)