dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
εγκεφαλικό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Schlaganfall
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
αποπληξία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Schlaganfall
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
εγκεφαλικό επεισόδιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Schlaganfall
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
νταμπλάς
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Schlaganfall
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
ταμπλάς
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Schlaganfall
Ⓦ
Ⓖ
…