dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
εξυγίανση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Sanierung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ανάπλαση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Sanierung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
απολύμανση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Sanierung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
καθαρισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Sanierung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
υγιεινή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Sanierung
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)