dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
αντλία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Pumpe
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
τουλούμπα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Pumpe
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
τρόμπα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Pumpe
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)