dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
αρχή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Prinzip
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
βάση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Prinzip
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
θεμελιώδης αρχή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Prinzip
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
θεσμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Prinzip
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
έρμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Prinzip
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)