dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
λουστράρισμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Politur
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
λούστρο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Politur
Ⓦ
Ⓖ
…
!
βερνίκι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Politur
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)