dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
καλλιεργητής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Pfleger
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
νοσηλευτής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Pfleger
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
φροντιστής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Pfleger
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
κηδεμόνας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Pfleger
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
επιμελητής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Pfleger
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)