dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
αναγκαστικό διάταγμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Notverordnung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
αναγκαστικός νόμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Notverordnung
Ⓦ
Ⓖ
…