dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
ανάγκη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Notfall
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
επείγουσα ανάγκη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Notfall
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
έκτακτη ανάγκη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Notfall
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
έκτακτη ή επείγουσα ανάγκη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Notfall
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
έκτακτο περιστατικό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Notfall
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
επείγον
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Notfall
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
επείγον περιστατικό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Notfall
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
περίπτωση έκτακτης ανάγκης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Notfall
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)