dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
διένεξη μεταξύ εθνοτήτων
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Nationalitätenstreit
Ⓦ
Ⓖ
…