dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
μάνα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Mutter
Ⓦ
Ⓖ
…
μητέρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Mutter
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
παξιμάδι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Mutter
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
γενέτειρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Mutter
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)