dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
τροπολογία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Modifikation
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
τροποποίηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Modifikation
Ⓦ
Ⓖ
…