dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
μεσημεριανό διάλειμμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Mittagspause
Ⓦ
Ⓖ
…
!
διάλειμμα φαγητού
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Mittagspause
Ⓦ
Ⓖ
…