dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
σύμπραξη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Mitbestimmung
Ⓦ
Ⓖ
…
συνδιαχείριση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Mitbestimmung
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)