dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
πρωταθλητής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Meister
Ⓦ
Ⓖ
…
εργοδηγός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Meister
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
μάστορας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Meister
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
δεξιοτέχνης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Meister
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
κύριος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Meister
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
μαέστρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Meister
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
μαστόρισσα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Meister
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
μετρ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Meister
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
αριστοτέχνης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Meister
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
αρχιτεχνίτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Meister
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)