dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
κολλώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
löten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
βολιδοσκόπηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Loten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
βολιδοσκοπώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
loten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
βυθομετρώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
loten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
κόλλημα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Löten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
συγκόλληση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Löten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
συγκολλώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
löten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
βυθομέτρηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Loten
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)