dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
ατμόσφαιρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Luftraum
Ⓦ
Ⓖ
…
εναέριος χώρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Luftraum
Ⓦ
Ⓖ
…