dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
πλοηγώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
lotsen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
πλοήγηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Lotsen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
πιλοτάρω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
lotsen
Ⓦ
Ⓖ
…