dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
το
βραχυπρόθεσμο αποτέλεσμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kurzzeiteffekt
Ⓦ
Ⓖ
…