dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
στύλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kugelschreiber
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
στυλό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kugelschreiber
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
στυλογράφος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kugelschreiber
Ⓦ
Ⓖ
…