dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
ο
κολεκτιβισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kollektivismus
Ⓦ
Ⓖ
…
!
κολλεκτιβισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Kollektivismus
Ⓦ
Ⓖ
…