dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
εκκλησία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Kirche
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
ναός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Kirche
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)