dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
γνάθος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Kinnlade
Ⓦ
Ⓖ
…
σαγόνι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Kinnlade
Ⓦ
Ⓖ
…