dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
γελοιογραφία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Karikatur
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
διακωμώδηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Karikatur
Ⓦ
Ⓖ
…
!
καρικατούρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Karikatur
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)