dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
μηχανολόγος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Ingenieurin
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)