dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
ενεργοποίηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Inbetriebnahme
Ⓦ
Ⓖ
…
!
θέση σε λειτουργία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Inbetriebnahme
Ⓦ
Ⓖ
…