dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
αθλήτρια άλματος εις ύψος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Hochspringerin
Ⓦ
Ⓖ
…