dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
ανδρικό παπούτσι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Herrenschuh
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)