dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
έλλειμμα προϋπολογισμού
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Haushaltsloch
Ⓦ
Ⓖ
…