dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
εμπορική σύμβαση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Handelsvertrag
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
εμπορική συμφωνία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Handelsvertrag
Ⓦ
Ⓖ
…