dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
αγκυλωτός σταυρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Hakenkreuz
Ⓦ
Ⓖ
…
σβάστικα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Hakenkreuz
Ⓦ
Ⓖ
…