dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
ξεπετώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
großziehen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ανασταίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
großziehen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ανατρέφω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
großziehen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
μεγάλωμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Großziehen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
μεγαλώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
großziehen
Ⓦ
Ⓖ
…