dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
δημοτικός υπάλληλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Gemeindebeamte
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
υπάλληλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Gemeindebeamte
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
κοινοτικός υπάλληλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Gemeindebeamte
Ⓦ
Ⓖ
…