dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
πρόστιμο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Geldstrafe
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
χρηματική ποινή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Geldstrafe
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)