dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
πάτωμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Fußboden
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
δάπεδο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Fußboden
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)