dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
ο
αλιευτικός στόλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Fischfangflotte
Ⓦ
Ⓖ
…