dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
απομακρυσμένη πρόσβαση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Fernzugriff
Ⓦ
Ⓖ
…