dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
διατήρηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Erhaltung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
διαφύλαξη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Erhaltung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
συντήρηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Erhaltung
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)