dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
εξουσία λήψεως αποφάσεων
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Entscheidungsbefugnis
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
εξουσία λήψης αποφάσεων
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Entscheidungsbefugnis
Ⓦ
Ⓖ
…