dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
ιδιοκτήτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Eigentümer
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
κάτοχος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Eigentümer
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)