dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
διαφωνούσα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Dissidentin
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
διαφωνών
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Dissidentin
Ⓦ
Ⓖ
…