dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
κανονισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Dienstvorschrift
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
υπηρεσιακός κανονισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Dienstvorschrift
Ⓦ
Ⓖ
…