dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
αποκέντρωση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Dekonzentration
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
διασκορπισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Dekonzentration
Ⓦ
Ⓖ
…
!
(διοικητική) αποκέντρωση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Dekonzentration
Ⓦ
Ⓖ
…
!
εκφυλισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Dekonzentration
Ⓦ
Ⓖ
…
!
ανάστροφη εξέλιξη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Dekonzentration
Ⓦ
Ⓖ
…