dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
μάτι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Auge
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
οφθαλμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Auge
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)