dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Επίθετο
οφθαλμοφανής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
augenfällig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
οφθαλμοφανής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
augenscheinlich
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
οφθαλμοφανής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
offensichtlich
Ⓦ
Ⓖ
…