dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
διαστολή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Diastole
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
διαστολή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Taktstrich
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
διαστολή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Unterscheidung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
διαστολή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Ausdehnung
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)