dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ρήμα
αιθριάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufheitern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
αιθριάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufklaren
Ⓦ
Ⓖ
…